ἁγιάζομαι

ἁγιάζομαι
ἁγιάζω
pres ind mp 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αγιάζομαι — αγιάζομαι, αγιάστηκα, αγιασμένος βλ. πίν. 36 Σημειώσεις: αγιάζω, αγιάζομαι : χρησιμοποιείται κυρίως στην ενεργητική φωνή, με ενεργητική και παθητική διάθεση (→ κάνω κάτι άγιο ή γίνομαι άγιος) …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • αγιάζω — αγιάζω, άγιασα και αγίασα βλ. πίν. 35 Σημειώσεις: αγιάζω, αγιάζομαι : χρησιμοποιείται κυρίως στην ενεργητική φωνή, με ενεργητική και παθητική διάθεση (→ κάνω κάτι άγιο ή γίνομαι άγιος) …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • ՍՐԲԱՆԱՄ — (ացեալ.) NBH 2 0760 Chronological Sequence: Early classical չ. ՍՐԲԱՆԱԼ. ἀγιάζομαι sanctificor. Սուրբ լինել. սրբիլ. նուիրիլ. եւ Արդարանալ. եւ Պարկեշտանալ. *Գարշեցուցանել զանուն սրբացելոցն (կամ սրբեցելոցն) իմոց (ինձ). Ղեւտ. ՟Ի. 3: *Քանզի ետես զահն… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”